του Ασλανίδη Ματθαίου 


Κλασική εποχή, Μεσαίωνας και νέα τάξη πραγμάτων.

Εάν την ελευθερία ως υπέρτατο αγαθό του ανθρώπου την εξετάσουμε σε απόσπαση από την σχέση της με την αναγκαιότητα, σημαίνει ότι την εξετάζουμε μεταφυσικά, την αναζητούμε μυστικιστικά και την μετατρέπουμε σε θρησκευτικό δόγμα για να καταλήξει τελικά μια ευσεβής απάτη.

Η αναζήτηση της ελευθερίας πνευματικά στον κόσμο του ιδεαλισμού που μετατρέπει την πραγματικότητα σε μη πραγματικότητα, είναι αναζήτηση εκείνων... που δεν προσπαθούν να εξετάσουν την πραγματικότητα του ''Εγώ'' στις ζωντανές σχέσεις της με την κοινωνία και προσπαθούν να βρουν τις αρχές της ελευθερίας στην συνείδηση του ''Εγώ'' που είναι γεμάτη πλάνες, θρησκευτικο-μυστικιστικές και μεταφυσικές αρχές που κατευθύνουν τον άνθρωπο μέσα από την θρησκευτική του αφέλεια στο απόλυτο μηδέν.
Διότι αν ο άνθρωπος μπορούσε να βγει από την σφαίρα του υλικού για να πετύχει αυτό που λέγεται πνευματική ελευθερία ή υπερβατική απελευθέρωση στεκόμενος πάνω από τον κόσμο της αναγκαιότητας και χωρίς να συνδέεται με αυτόν, τότε ο Χριστιανισμός που θεωρείται η τελειότερη για τον άνθρωπο ιδεαλιστική φιλοσοφία θα του την είχε αποδώσει σε κάτι υψηλότερο υπό τας κοινάς συνθήκας του βίου και δεν θα είχε εκπέσει ο ίδιος σ' αυτήν την παρακμή με όλα αυτά που συμβαίνουν στις μέρες μας.
Η πραγματικότητα μας δεν αναπτύχθηκε στη βάση των ιδεαλιστικών και θρησκευτικών αρχών, αλλά στην πραγματικότητα των επιστημονικών αρχών όπου το Εγώ του ανθρώπου έχει τις ρίζες του βαθειά μέσα στο σύστημα των κοινωνικών σχέσεων και έξω από αυτό δεν μπορεί να υπάρξει.
''Ανθρωπος που ζει μόνος του είναι ή θεός ή θηρίο'' κατά τον Αριστοτέλη .
Επίσης ,''Κατά φύση ελεύθερο όν'' ο άνθρωπος μας λέει κατηγορηματικά ο Αριστοτέλης, αλλά δεν γεννήθηκε ελεύθερος μέσα στην φύση.
Υφίστατο κυριαρχικά το φυσικό περιβάλλον έως ότου αποσπασθεί της αλυσίδας των ζώων ως ''κοινωνικό όν'' εκτείνοντας με την εργασία τα όρια της ελευθερίας του σε αυτό, για να τα στερηθεί ως ''κατά νόμω δούλος'' στο κοινωνικό, αναγκάζεται να απολογηθεί για την εποχή του ο Έλληνας στοχαστής δηλώνοντας εμμέσως πλην σαφώς την άρηκτη σχέση της ελευθερίας με την αναγκαιότητα.
Μια σχέση αμφίδρομη σε τέτοιο βαθμό που κάλλιστα θα μπορούσαμε να πούμε εμείς σήμερα ότι η ελευθερία είναι αναγκαιότητα και η ικανοποίηση της αναγκαιότητας, είναι ελευθερία.
Που σημαίνει από μια άλλη οπτική ότι ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως υποταγμένος στην ανάγκη του πραγματικού κόσμου την οποία καθυποτάσει με την εργασία του και απελευθερώνεται, προνόμιο αποκλειστικό του ανθρώπου επάνω στον πλανήτη.
Γι' αυτό η φιλοσοφία του Αριστοτέλη είναι περισσότερο ρεαλιστική από την φιλοσοφία του Πλάτωνα, γιατί υποστήριζε ότι χωρίς την αισθητηριακή εμπειρία τίποτα δεν μπορεί να γνωρίσει το λογικό, που σημαίνει ότι στο πρόβλημα της ελευθερίας ο Αριστοτέλης δεν ξεχώριζε την ψυχή από το σώμα, αναζητόντας αυτήν στους δεσμούς του ανθρώπου με τον πραγματικό κόσμο και όχι στον μεταφυσικό.
Παρ' όλη όμως την ρεαλιστική και υλιστική προσέγγιση του προβλήματος της ελευθερίας στην κοινωνία ο Αριστοτέλης, απέφυγε να αποδώσει το ουσιαστικό περιεχόμενο και το εύρος αυτής γιατί δεν μπόρεσε να βγει από τα πλαίσια της κυρίαρχης τάξης των δουλοκτητών όπου και ο ίδιος ανήκε.
Είναι φανερό λοιπόν, ότι όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα παλαιά και νέα περί ελευθερίας, δεν είναι τυχαίες θεωρίες που εμφανίστηκαν στο κενό αλλά απαντήσεις στα προβλήματα που δημιουργούσε η ιστορική αναγκαιότητα σε αντιστοιχία με την ζωή της κοινωνίας κάθε συγκεκριμένης εποχής, που σημαίνει ότι κάθε φιλοσοφικό-ιδεολογικό-θεολογικό ρεύμα αναπόφευκτα φέρει την σφραγίδα των ιστορικών συνθηκών της κοινωνίας που το γέννησε, προσδίδοντας στην έννοια της ελευθερίας το ανάλογο περιεχόμενο.
Φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον επομένως, οι χώροι όπου εκτείνεται ή περιορίζεται η ελευθερία του ανθρώπου και αν στο πρώτο επεκτάθηκε ως αναγκαιότητα επιβίωσής του, στο δεύτερο περιορίσθηκε ως αναγκαιότητα της υλικής του εξέλιξης στην βάση της συσσώρευσης πλούτου.
Το ότι αυτή η αλματώδης εξέλιξη της τεχνολογίας βασίσθηκε κυρίως στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής ως αναγκαιότητα της υλικής
εξέλιξης του πολιτισμού μας, κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει, το γιατί όμως, που ενώ τώρα έχουμε όλα τα μέσα για να αποδώσουμε την πλήρη ελευθερία στον άνθρωπο βελτιώνοντας την ζωή του και δεν το κάνουμε, ίσως είναι το πλήρωμα του χρόνου που δεν έχει δημιουργήσει ακόμα τις συνθήκες εκείνες που αναπόφευκτα η ιστορική αναγκαιότητα θα το επιβάλλει.
Διότι ενώ η ιστορία προχωρεί με το παρελθόν για να ζει ο άνθρωπος το παρόν, η αναγκαιότητα είναι εκείνη που διαμορφώνει το μέλλον.
Όπως οι άνθρωποι από ανάγκη μετασχημάτισαν το φυσικό περιβάλλον επιβάλλοντας σε αυτό την υποκειμενική τους κυριαρχία, αργά ή γρήγορα και μάλιστα κατά ριζικό τρόπο από ανάγκη θα μετασχηματίσουν και το κοινωνικό επιβάλλοντας την κυριαρχία τους και σ' αυτό, και τότε μόνο οι οικονομικές υφέσεις, οι οικονομικές κρίσεις και η ανεργία θα ανήκουν στο παρελθόν περνώντας από την παγκοσμιοποίηση της υποταγής στην παγκοσμιοποίηση της ελευθερίας.



Διότι υπάρχουν κάποιοι νόμοι μη μεταβλητοί και απόλυτοι στην φύση και την κοινωνία, που δεν επιδέχονται αλλαγή, στο πρώτο η έλξη των αντικειμένων προς την γη και στο δεύτερο ή έλξη των ανθρώπων προς την ελευθερία.
Αυτός είναι ο προορισμός των ανθρώπων, η ελευθερία και χωρίς αυτήν δεν έχει νόημα ο άνθρωπος ως λογικό και κοινωνικό ον να υπάρχει , διότι τον άνθρωπο τον έκαμε Άνθρωπο η ελευθερία, είναι το Είναι του και η ζωή του.
Αξιοπρέπεια, βούληση, λόγος, αναζήτηση, δικαίωμα δράσης και ευδαιμονία, όλα αποτελούν πτυχές της ελευθερίας του, που συγκροτούν εντός του κοινωνικού γίγνεσθαι την αναγκαιότητα της ζωής του.
Θεωρίες, φιλοσοφίες και θρησκείες που ονειρεύονται την πνευματική ελευθερία του ανθρώπου μόνο σε ιδεαλιστική σχέση με τα εξωπραγματικά απόλυτα αποσπώντας αυτήν από την ύλη και την κοινωνία, είναι για εκείνους που με εξαγνισμούς, νηστείες και επανάσταση της ψυχής τους αναζητούν την αλήθεια της ατομικής τους ελευθερίας στον διαλογισμό, που ακόμα και αν την βρουν, αυτό δεν σημαίνει ότι απεκατεστάθει η έλλειψή της στην κοινωνία, γιατί η έννοια της ελευθερίας αποκτά πραγματικό περιεχόμενο όταν είναι συλλογική για την κοινωνία και όχι ατομική για τον άνθρωπο και αναπτύσσεται τότε και μόνο τότε που ως ιδέα αποκτά φυσική πραγματικότητα και ενεργεί ως υλική δύναμη.



Δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο το πως εννοούσαν το πρόβλημα της ελευθερίας του ανθρώπου και τι λύσεις του πρότειναν ειδικά την περίοδο των Μεσων χρόνων της διτής εξουσίας κράτους και εκκλησίας όπου κυριαρχούσαν η φιλοσοφία του αγίου Αυγουστίνου,του αγίου Θωμά Ακινάτου, των πατέρων της εκκλησίας, των σχολαστικών της φεουδαρχικής κοινωνίας και αργότερα ο θεολογικός ιδεαλισμός των νέων χρόνων του Μαλεμπράνς.
Ποια ήταν η στάση της εκκλησίας τότε στο δουλοκτητικό σύστημα;Το καταδίκαζαν από την άποψη της θρησκείας;Πίστευαν ότι αντιφάσκει στο πνεύμα του Κυρίου;Μάχονταν ενάντια στη δουλεία; - ή την υμνούσαν και την δικαιολογούσαν;
Η διδασκαλία του Χριστού διακήρυττε την ''ισότητα'' και οι φιλόσοφοι του χριστιανισμού την εννοούσαν ως ισότητα των ψυχών έναντι του θεού, ισότητα μεταφυσική στον παράδεισο που δεν έχει καμιά σχέση με την ισότητα των ανθρώπων της κοινωνίας επάνω στη γη για να δικαιολογήσουν ή να στηρίξουν την διαιώνιση των ταξικών σχέσεων της κοινωνίας και της ανισότητας που εκφραζόταν στην εκμετάλλευση και καταπίεση ανθρώπου από άνθρωπο.
Αυτοί ήταν που δίδασκαν τον λαό που υπέφερε από την έλλειψη της ελευθερίας, να υπομένει με καρτερικότητα όσα ως μοίρα του επιφύλαξαν και να τα αποδεχθεί ως πραγματικότητα για να κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών εμποδίζοντας την επαναστατικοποίηση και την ένταση της δραστηριότητας των μαζών για την δίκαιη μοιρασιά του πλούτου και ας έλεγε ο Χριστός, ''ο έχων δύο χιτώνας να δώσει τον ένα'' υπονοώντας στο μήνυμα της αγάπης την ''μοιρασιά της ύλης''.
Στο έργο του ''Η Πολιτεία του Θεού'' ο Αυγουστίνος έλεγε ότι η δουλεία είναι απαραίτητη ως εξαγνισμός, γι' αυτό κάθε αγώνας ενάντια στην δουλεία ισοδυναμούσε με προσπάθεια ενάντια στη θέληση του Θεού (ΧΙΧ,15), ιδέες υπεράσπισης της άρχουσας τάξης για απολυτοποίηση του ταξικού κοινωνικού συστήματος που υιοθετήθηκαν ως παράδοση από όλες σχεδόν τις θρησκείες του κόσμου.



Ακόμα και όταν η ιερά εξέταση αδυνατούσε να συγκρατήσει το κύμα των νέων ιδεών και η εκκλησία κλονιζόταν απο τις επιστήμες που είχαν εμφανισθεί με βάση την αρχαία φιλοσοφία της φύσης, έφθασε στο σημείο τη προτροπή του Θωμά Ακινάτου να άρει την απαγόρευση των συγγραμμάτων του Αριστοτέλη για να σφετεριστεί μέρος της φιλοσοφίας του ακρωτηριάζοντάς τον, δημιουργώντας σε αντιπερισπασμό τον δικό της Αριστοτέλη .
Τον Αριστοτέλη του Μεσαίωνα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Πάπα Λέοντος του 8ου της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας που εκδίδει την δική του <Αριστοτελική> εγκύκλιο για τις ανθρώπινες ελευθερίες με στόχο να υποτάξει ιδεολογικά το διαφαινόμενο εργατικό κίνημα της εποχής.
Η κρατική εξουσία, η κοινωνική τάξη και όλα γενικά είχαν σαν ανώτατη βάση τον θεό, επιβάλλοντας εκκλησιαστικά στις πλατιές λαϊκές μάζες ως θρησκευτική ανάγκη τον ιδεαλισμό της υπεκφυγής του ταπεινού περιβάλλοντος για να ζούν πλουσιοπάροχα αυτοί το δικό τους.
Έννοιες όπως η Δημοκρατία, η Ελευθερία και η ισότητα των ανθρώπων επί γης αποτελούσαν αυθάδεια στην πατροπαράδοτη εξουσία του θεού.
Αντίσταση στην εξουσία σήμαινε αντίσταση στην τάξη που καθιέρωσε ο θεός, άρα η άρνηση υποταγής στον μονάρχη και η κοινωνική ανατροπή με εξέγερση ήταν έγκλημα όχι μόνο ενάντια στην ανθρωπότητα , αλλά ενάντια και στον θεό.
Πόσο έχει αλλάξει η πολιτισμένη Ευρώπη από τον Μεσαίωνα μετά την αναγέννησή της και τον διαφωτισμό;
Θρησκευτική απειλή με Θεία τιμωρία τότε, οικονομική τρομοκρατία με εξαναγκασμό τώρα, για όσους τολμούν να εξεγερθούν για την έλλειψη της ελευθερίας.
Πόσο η ιεροσύνη απειχεί σήμερα το πραγματικό κήρυγμα του Χριστού;
Όσο και αν εκθειάζει η εκκλησία μας, καθολική και ορθόδοξη τα μυστήρια της, όσο και αν κηρύττει την αιώνια ζωή, στη ''τελική'' δεν είναι καθόλου τυχαίο που οι ιερωμένοι της αλλάζουν με την στάση τους και την συμπεριφορά τους θρησκεία για να μετατραπούν σε φιλισταίους που την παραμορφώνουν σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι οι κοσμικοί.
Ή μήπως είναι τυχαίο το ότι για την ισορροπία του κατεστημένου μόνιμη κοινωνική αποστολή της εκκλησίας τότε και τώρα, ήταν και είναι, να εμπνέει και μόνο να εμπνέει στους γαιοκτήμονες χθες και στους καπιταλιστές σήμερα την αντίληψη ότι πρέπει να εκδηλώνουν πατρικά αισθήματα απέναντι στους φτωχούς τους καταπονεμένους και τους εργάτες;
Θυμηθείτε, για να έλθουμε και λίγο στα δικά μας την -δήλωση- εν όψει της επικείμενης φτώχειας του τραπεζίτη Πρωθυπουργού μας Παπαδήμα, για να καταλάβουμε την ιδεολογική ταύτιση και την διαχρονική συνέργεια των δύο πόλων της εξουσίας κράτους και εκκλησίας :
''Να αυξήσουμε τα συσσίτια'' ήταν η δήλωση του καπιταλιστή Πρωθυπουργού μας.
Έτσι αντιλαμβάνονται την ελευθερία, -το κράτος η εκκλησία και οι καπιταλιστές-, ως ελεημοσύνη!



Ένας ολόκληρος λαός να την στερείτε σε επίπεδο επιβίωσης, αξιοπρέπειας και κυριαρχίας, για να την απολαμβάνουν ''υλικά'' αυτοί και το σινάφι τους σε όλο της το μεγαλείο! 
Και όταν η πολιτική εξουσία της φεουδαρχικής Ευρώπης κατέρρευσε, η εκκλησία όντας μοναδική οργάνωση με κεντρική εξουσία ως κράτος εν κράτει έπαιξε τον κυριαρχικό της ρόλο στον
κόσμο, αλλά όσο και αν αλλοίωνε την φιλοσοφία για να την καταντήσει θεραπαινίδα της θεολογίας, η πραγματική ήταν αδύνατο σε τέτοιες συνθήκες να μην αντανακλά, υπό μορφήν αιρέσεων κατά την τάξη της εκκλησίας, τις παραγωγικές δυνάμεις των λαϊκών μαζών που μάχονταν για ελευθερία και κλόνιζαν τα ίδια τα θεμέλια της τότε κοινωνίας.
Ποιο επικίνδυνη αίρεση ο νομιναλισμός ( Ροσκελίνος,Ντάνς, Σκώτ κ.α ) που αναγνώριζε την υλική ύπαρξη μόνο των ξεχωριστών πραγμάτων αρνούμενη τον υλικό χαρακτήρα των αφηρημένων εννοιών, δημιουργώντας για αργότερα συνθήκες ωρίμανσης του επαναστατικού υλισμού.
Έτσι ερχόμαστε στον υλισμό των νέων χρόνων με δύο σοβαρά προβλήματα μπροστά στην Ευρωπαϊκή κοινωνία, πρώτο την πρόοδο των φυσικών επιστημών για την ανάπτυξη της βιομηχανίας και δεύτερο τον αγώνα ενάντια στην φεουδαρχική ιδεολογία που εμπόδιζε την ανάπτυξη αυτή.
Ήταν οι απαιτήσεις της ιστορικής πραγματικότητας της εποχής εκείνης που συνοψίζονται περιεκτικά στα λόγια του Βάκωνος ''η γνώση είναι δύναμη'' εκφράζοντας καθαρά την τάση προς την ελευθερία μέσω της πάλης του ανθρώπου με την φύση που επηρέασαν αποφασιστικά την θεωρία των Γάλλων υλιστών για την αναγκαιότητα και την ελευθερία που εkδηλώνει πρακτικά τον επαναστατικό χαρακτήρα της φιλοσοφίας της πολλά χρόνια μετά με την ανερχόμενη αστική τάξη .
Μια νέα τάξη η οποία υποχρεώνει την φεουδαρχική και θρησκευτική ιδεολογία σε υποχώρηση ώστε παραμονές της επανάστασης να μπορεί από μόνη της με τις δικές της δυνάμεις που απέκτησε να πετάξει το γάντι στην παλιά τάξη πραγμάτων και την ιδεολογία του παρελθόντος .
Τότε η συνείδηση της ελευθερίας αποκτά για πρώτη φορά υλικό περιεχόμενο και ως υλική ζωτική δύναμη χάρη των δεσμών της με την κοινωνική-ιστορική πρακτική υλοποιείται υπό μορφή κοινωνικών και πολιτικών επαναστάσεων στην Αγγλία, την Αμερική και την Γαλλία, θέτοντας την υλική βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκαν οι οικονομικές παραγωγικές δυνάμεις των νέων χρόνων και οι δυνάμεις της αστικής τάξεως που την συνόδευαν.



Αναμφίβολα για την εποχή εκείνη μια τέτοια ελευθερία ήταν ιστορική αναγκαιότητα και παρείχε αρκετή λογική βάση για την ανάπτυξη του σύγχρονου κόσμου πάνω στην οποία δημιουργήθηκαν τα σημερινά καπιταλιστικά κράτη για να ονομάσουν το κοινωνικό τους σύστημα , ελεύθερο κράτος των ίσων ευκαιριών και του ανταγωνισμού, που διακήρυττε ο φιλελευθερισμός του Άνταμ Σμίθ.
Ωστόσο , οσοδήποτε λογικό και σκόπιμο είναι ένα φαινόμενο σε μια εποχή , αν αλλάξει το περιβάλλον, τότε αυτό το φαινόμενο δεν μπορεί να παραμένει λογικό για κάθε εποχή.
Και δυστυχώς ή ευτυχώς έχουν αλλάξει τα πάντα, φαινόμενα, εποχές και περιβάλλον υποδεικνύοντας η λογική της ανάγκης μια άλλη κοινωνικο-πολιτική πλεύση.
To μόνο φαινόμενο που παρέμεινε σταθερό και αναλλοίωτο σε κάθε εποχή και προκαλεί την αίσθηση επανάληψης της ιστορίας, είναι η απληστία της εξουσίας που φωλιάζει στην άρχουσα τάξη για να συντηρεί τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας, που μόνο η γνώση της αναγκαιότητας ως δύναμη μπορεί να το εξαλείψει.
Και είναι αυτό το φαινόμενο που επηρέασε την φιλοσοφία των νέων χρόνων, αυτήν που κατηύθυνε την αναγεννόμενη επιστήμη σταδιακά να χάσει τον προοδευτικό της χαρακτήρα και να συντηρηκοποιηθεί, στον βαθμό που η αστική τάξη ως κυρίαρχη τάξη στην κοινωνία μονοπωλούσε στα χέρια της τον πλούτο και την εξουσία στη μία ή την άλλη χώρα, για να ξαναζήσει ο άνθρωπος την άρνηση της ελευθερίας ως αίσθηση επανάληψης της ιστορίας που περιγράψαμε παραπάνω.
Αναπόφευκτη εξέλιξη ο άκρατος καπιταλισμός με τους νόμους κίνησης του να εμφανίζει για πρώτη φορά τα μονοπώλια, τις οικονομικές κρίσεις, και την υπερπαραγωγή ως απειλή για τους λαούς και τα έθνη στερώντας τους αγαθά της ελευθερίας με αποτέλεσμα την έναρξη των κοινωνικών κινημάτων όπως οι ταραχές στην Λυών της Γαλλίας και ο χαρτισμός στην Αγγλία.
Όσο η ιδεαλιστική φιλοσοφία συντηρητικοποιείται και αποκτά αντιδραστικό χαρακτήρα ως αναγκαιότητα διατήρησης του υφιστάμενου καθεστώτος, άλλο τόσο η αναγκαιότητα της ελευθερίας διαδίδει στις πλατιές λαϊκές μάζες τις επαναστατικές σοσιαλιστικές ιδέες.
Oι καπιταλιστές στο βωμό των προνομίων τους αρνούνται την ελευθερία στις πλατιές λαϊκές μάζες και οι λαϊκές μάζες στο βωμό της ελευθερίας τους, αρνούνται τα προνόμια των καπιταλιστών , μια διαχρονική σύγκρουση ελευθεριών, το μπράδερ-φερ της ιστορίας γιατί καμιά ελευθερία δεν μπορεί να αποκτηθεί, χωρίς να συνδέεται με την άρνηση κάποιας άλλης.
Και στο σημείο αυτό συνίσταται το ουσιαστικό περιεχόμενο της πραγματικής ελευθερίας , στην άρνηση των κακών ελευθεριών σε σχέση με το τι μας ανήκει και τι δεν πρέπει να μας ανήκει , όπως σοφά είπε ο Σωκράτης ''όταν μη φθέγγωνται εν τη πόλει τα τοιάδε ρήματα το τε εμόν και το ουκ εμόν και περί του αλλοτρίου κατά ταυτά'' έχουμε άριστη άρα ελεύθερη πολιτεία.
Έτσι, κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα πέφτει το σύνθημα ''πίσω στον Κάντ'' για να ακολουθήσουν τα άλλα κινήματα που αποσκοπούσαν την επιστροφή στο παλιό ιδεαλιστικό και μεταφυσικό θρησκευτικό μυστικισμό σε μια κίνηση για ''επιστροφή προς το Εγώ'' στα πλαίσια μιας τσακισμένης κοινωνίας προκειμένου να δικαιολογηθεί η άρχουσα τάξη για την φυγή του ανθρώπου στην σιωπηρή απομόνωση της εσωτερικής του ελευθερίας.
Η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων η ανισότητα και η εκμετάλλευση στις αρχές του 20ου αιώνα ανοίγουν τον δρόμο του χάους και της σήψης στην κοινωνία σε μια πορεία που ήταν αδύνατο να εμποδιστεί.
Εκείνοι που δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν επιστημονικά τους νόμους αυτής της κοινωνικής κίνησης, δεν μπορούσαν να ξεκαθαρίσουν τι πρέπει να γίνει για να αποδοθεί η ελευθερία στον άνθρωπο, με αποτέλεσμα να κλειστούν περισσότερο στο μικρό τους ''Εγώ'' όπου, αμυνόμενοι της ''ελευθερίας του πνεύματος'' που παρέμενε ακόμα απαραβίαστη και συνεχίζοντας την προσπάθεια να ζήσουν την ψευδαίσθηση της ''πνευματικής καθαρότητας'', μετέτρεψαν το πρόβλημα της ελευθερίας σε πρόβλημα ιδεών.
Σ' αυτήν την χαώδη κατάσταση δύο τάσεις εκδηλώθηκαν στην διανόηση, από τη μια ο θρησκευτικός υπαρξισμός που στήριζε ο Κίρκεγκορ και από την άλλη ο σοσιαλισμός που εκπροσωπούσαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς.
Αν και οι δύο τάσεις εξέφραζαν το ανικανοποίητο της πραγματικότητας και προσπαθούσαν μέσα από νέους δρόμους να αποκαλύψουν το κόσμο της ελευθερίας , οι δρόμοι τους ήταν εντελώς διαφορετικοί και ριζικά αντίθετοι ο ένας από τον άλλο.
Ο Κίρκεγκορ πίστευε ότι οι άνθρωποι διαφθείρονται, εκφυλίζονται και χάνουν την ανθρώπινη υπόστασή τους γιατί τους λείπει η ψυχική αυτοσυνείδηση με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουν που βρίσκεται η πραγματική αξία του ανθρώπου και το αληθινό νόημα της ζωής τους μεταθέτοντας το πρόβλημα της ελευθερίας στο Εγώ, το υποκείμενο, τασσόμενος ενάντια στον αντικειμενισμό.
"Όμως κανένα Εγώ δεν γεννά τον ίδιο του τον εαυτό σαν κάτι που με τίποτα δεν αλληλοσυνδέεται και από τίποτα δεν αλληλοκαθορίζεται για να αποτελεί υποκείμενο ελευθερίας από μόνο του ,τη στιγμή που όλα τα Εγώ αλληλοσυνδέονται με την κοινωνία, πέραν της οποίας, ερμηνεύοντας τον Αριστοτέλη, νόημα ελευθερίας και ευτυχίας δεν υπάρχει".
Στο σημείο αυτό είναι το λάθος της ιδεαλιστικής θεωρείας των υπαρξιστών , ότι το πρόβλημα της ελευθερίας μπορεί να λυθεί έτσι απλά και μόνο, με βάση την υποκειμενική συνείδηση και την πνευματική απελευθέρωση του Εγώ.
Mέσα σ' αυτή την ιδεολογική σύγχυση μια νέα θεωρία απαύγασμα όλων των προγενέστερων ως κοσμοθεωρία, ανατρεπτική και ριζοσπαστική για τα ιδεαλιστικά ήθη της εποχής εκείνης, διατυπώνεται από ένα μεγάλο στοχαστή που αφιέρωσε την ζωή του στο μεγάλο πρόβλημα της ελευθερίας του ανθρώπου και της κοινωνίας, αλλάζοντας την ιστορία έχοντας βαθιά γνώση αυτής ορμώμενος από μια βασική αρχή κατά τα εξής:
''οι άνθρωποι δημιουργούν την ιστορία τους, αλλά δεν την δημιουργούν όπως αυτοί την στοχάζονται σε συνθήκες που οι ίδιοι διάλεξαν, αλλά σε συνθήκες οι οποίες άμεσα υπάρχουν μπροστά τους που τους δόθηκαν από το παρελθόν''.
Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς, Εκλεκτά έργα.
Δίπλα στην ελευθερία πάντοτε θα υπάρχει η αναγκαιότητα και η υπογράμμιση μόνο της υποκειμενικής ελευθερίας χωρίς κατανόηση του τι είναι αναγκαιότητα αποτελεί κούφιο ιδεαλισμό επισημαίνει ο Μαρξ, ανοίγοντας σε πιο υψηλό επίπεδο τον δρόμο προς τον αντικειμενισμό μη αναιρώντας τον υποκειμενισμό, ώστε λαμβάνοντας υπόψη ταυτόχρονα το αντικείμενο και το υποκείμενο να στέκεται στις θέσεις του διαλεκτικού υλισμού για την κατανόηση της ιστορικής πρακτικής που αποτελεί ''ενότητα και πάλη'' αυτών των δύο αντιθέσεων.
Μέσα από αυτή την προσέγγιση φανερώνει ο Μαρξ ότι το πρόβλημα της ελευθερίας πρέπει να λυθεί στην πορεία της ιστορικής πρακτικής -όχι- σαν πρόβλημα εσωτερικής ελευθερίας που συνδέεται απλά και μόνο με τον μετασχηματισμό των υποκειμενικών ιδεών, αλλά σαν πρόβλημα που συνδέεται με τον μετασχηματισμό του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, που σημαίνει ακόμα και επανάσταση.
Στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι αδύνατο να βρεθεί φιλοσοφία εκτός από τον Μαρξισμό που να μπορεί να λύσει κατά ριζικό τρόπο και με συνέπεια το πρόβλημα της ελευθερίας.
Πολύ περισσότερο από μεμονωμένα άτομα με ξεχωριστές ικανότητες στην πολιτική που καταλαμβάνουν την υψηλότερη θέση στην κοινωνία της οποίας οι πλατιές λαϊκές μάζες ως οργανωτική δύναμη για τους γνωστούς λόγους οδηγούνται στην περιθεριωποίηση, στην απομόνωση και την μη συμμετοχή.
Διότι τα μεμονωμένα άτομα όσο προικισμένα και αν είναι με ταλέντο, ευφυίας και πολιτική διορατικότητα δεν έχουν καμιά πρακτική δυνατότητα σαν κινητήρια δύναμη της ιστορίας αν είναι ανοργάνωτα.
Η πολιτεία του Ανδρέα Παπανδρέου ως χαρισματικού ηγέτη με απαράμιλλη πολιτική διορατικότητα είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανωτέρω υπόθεσης.
Το ιστορικό ντοκουμέντο του περάσματος από το σύστημα της δουλείας στον φεουδαρχισμό και από τον φεουδαρχισμό στον καπιταλισμό, είναι μια ιστορία ανάπτυξης της ανθρώπινης ελευθερίας και αν οδηγηθούμε νομοτελειακά κατά τον Μάρξ στον σοσιαλισμό και τον κουμμουνισμό δεν είναι απλώς μια υπόθεση κατοχής των μέσων παραγωγής μιας κατ' επίφαση λαϊκής ιδιοκτησίας για να καταλήξουμε σε μια άλλη μορφή ολιγαρχίας, αλλά υπόθεση αλλαγής με λαϊκή συμμετοχή και παιδεία που εμπεριέχει και την κατοχή των μέσων παραγωγής ως ιστορική αναγκαιότητα της εξέλιξης της ανθρωπότητας στον δρόμο της ελευθερίας και του πολιτισμού της.
Τώρα το ποιος δρόμος θα ακολουθηθεί, ο δρόμος της παρακμής ή εκείνος της ανάπτυξης με πραγματική ελευθερία, εξαρτάται πρωταρχικά από το κατά πόσο στην διάρκεια της ζωής των παλαιών και νέων καθεστώτων οι λαοί χειραφετήθηκαν και ωρίμασαν πολιτικά μέσα από τους υφιστάμενους καταναγκασμούς τους κατανοώντας την αναγκαιότητά τους, για να απαιτήσουν να διεκδικήσουν και να επιβάλλουν μια νέα ανθρώπινη κοινωνία.
Άλλη λύση δεν υπάρχει και πάντοτε θα καταλήγουμε σε αδιέξοδα χωρίς την μαρξιστική ερμηνεία του προβλήματος της ελευθερίας, γιατί δυστυχώς, ενώ αναγιγνώσκουμε τον Μαρξ, δεν τον γιγνώσκουμε , γι' αυτό ένας ό Μαρξ , πολλοί οι μαρξιστές. σκέψεις και στοχασμοί από το έργο η Φιλοσοφία της Ελευθερίας του Ιάπωνα φιλόσοφου Κεντζιούρο Γιαναγκίντα .


Δημοσίευση σχολίου